Γιάννης Ψυχάρης (Οδησσός 1854 - Παρίσι 1929)


Γιάννης Ψυχάρης Εικόνα 1


Γλωσσολόγος,  πρωταγωνιστής στο πνευματικό κίνημα της επικράτησης της δημοτικής γλώσσας, λογοτέχνης, θεατρικός συγγραφέας, πανεπιστημιακός. Γεννήθηκε στις 15 Μαΐου του 1854 στην Οδησσό. Γιος του Νικολάκη Ψυχάρη και της Φροσύνης Μπιάζη – Μαύρου, αρχοντικής και πλούσιας εμπορικής οικογένειας της Πόλης με χιώτικη καταγωγή. Τα πρώτα παιδικά του χρόνια τα έζησε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκεί συχνά μιλά τη γαλλική γλώσσα που χρησιμοποιεί περισσότερο το οικογενειακό του περιβάλλον. Μαθαίνει την καθαρεύουσα με δάσκαλο τον Ηλία Τανταλίδη και την δημοτική από τους εργαζόμενους του σπιτιού. Το 1867 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, αλλά ο Ψυχάρης παρακολούθησε πανεπιστημιακά μαθήματα φιλολογίας στη Γερμανία. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, με δασκάλους τους Saussure και Breal και ανακηρύχθηκε διδάκτορας Φιλολογίας στη Σορβόννη. Από το 1904 και για 30 χρόνια ήταν καθηγητής Γλωσσολογίας στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών της Σορβόννης. Καθοριστική για την πορεία του ως μελετητή και λογοτέχνη υπήρξε η επαφή του με τους H. Taine, V. Hugo, Κ. Σάθα και ιδιαίτερα με τον E. Renan. Επηρεασμένος απ’ αυτούς στράφηκε προς την έρευνα του βυζαντινού και του νεοελληνικού κόσμου. Ο γάμος του με την κόρη του Renan, Noemie, συνέβαλε αποφασιστικά στη σταδιοδρομία του και την ένταξη του στους φιλολογικούς κύκλους του Παρισιού. Ωστόσο το 1913 χωρίζει και παντρεύεται την Γαλλίδα Ειρήνη Baume. Τους δύο γιους του, τον Ερνέστο και τον Μιχαήλ, τους έχασε στα πεδία των μαχών του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Τα συχνά ταξίδια του στον ελλαδικό χώρο επηρέασαν το γλωσσολογικό του έργο.

Σημαντική είναι η προσφορά του Ψυχάρη στη λογοτεχνία αλλά μεγαλύτερη είναι η γλωσσολογική του επανάσταση. Ως γλωσσολόγος και μελετητής, υποστήριξε με πάθος την άποψη ότι η δημοτική γλώσσα είναι η φυσική συνέχεια της αρχαίας και βυζαντινής δημώδους ελληνικής γλώσσας, οπότε πρέπει να επικρατήσει ως μοναδικό εκφραστικό όργανο του ελληνικού λαού. Η δημοσίευση του πεζογραφήματός του Το ταξίδι μου (1888) χαρακτηρίστηκε ως μανιφέστο των γλωσσικών του πεποιθήσεων και συνέβαλε αποφασιστικά στην επικράτηση της δημοτικής γλώσσας. Οι γλωσσικές ακρότητες του Ψυχάρη προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση και επηρέασαν σε διαφορετικό βαθμό λογοτέχνες και προσωπικότητες της εποχής του. Σε ορισμένες περιπτώσεις υιοθετήθηκαν πιστά (Αλέξανδρος Πάλλης, Αργύρης Εφταλιώτης, Πέτρος Βλαστός) και προωθήθηκαν από φιλολογικά έντυπα όπως ο Νουμάς. Αλλά και σε περιπτώσεις που δεν αφομοιώθηκαν απόλυτα (Γεώργιος Βιζυηνός, Αριστομένης Προβελέγγιος κ.ά.), επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό, αρκετούς ανθρώπους των γραμμάτων. Τις γλωσσικές θεωρίες και αναλύσεις του δημοσίευσε σε ιδιαίτερες εργασίες, σημαντικός αριθμός των οποίων είναι γραμμένες στα γαλλικά.

Ως πεζογράφος, ο Ψυχάρης ανέπτυξε κυρίως το αστικό μυθιστόρημα, με ψυχογραφικές προεκτάσεις, συνδυάζοντας τον ρεαλισμό με αυτοβιογραφικά και λυρικά στοιχεία, τον επιστημονικό λόγο με τη λογοτεχνία. Αρκετά μυθιστορήματά του είναι γραμμένα στα γαλλικά. Αξιόλογο θεωρείται και το κριτικό του έργο, στο οποίο αποκαλύπτεται η ευρεία παιδεία του, η πλούσια επιστημονική του κατάρτιση και η επαφή του με την παγκόσμια λογοτεχνία και την πνευματική κίνηση της εποχής του. Τα σύντομα κριτικά του κείμενα συγκέντρωσε ο ίδιος στη συλλογή Ρόδα και μήλα.

Ανάλογη υπήρξε η προσφορά του στον χώρο του θεάτρου, αν και όχι ιδιαίτερα σημαντική. Το 1901 εκδίδει σε έναν τόμο, την κωμωδία Ο Γουανάκος και το δράμα Ο Κυρούλης, με τον γενικό τίτλο Για το ρωμαίικο θέατρο, που εντάσσεται στο γενικότερο αίτημα της εποχής για ανανέωση της σκηνικής τέχνης και ανάδειξη του εθνικού θεάτρου.

Ο Ψυχάρης υπήρξε από τους ιδρυτές της Ligue des droits de l’ homme (Ένωση για τα δικαιώματα των ανθρώπων) της οποίας υπήρξε αντιπρόεδρος από το 1907. Επίσης πήρε θέση ανάμεσα στους στρατευμένους της Υπόθεσης Ντρέυφους μαζί με κορυφαίους σύγχρονούς του, που ζήτησαν και πέτυχαν την αναθεώρηση της δίκης και καταδίκης του Εβραίου λοχαγού Ντρέυφους. Την βιβλιοθήκη του, σύνολο 35 χιλιάδων τόμων, την πούλησε στον Μπενάκη, ο οποίος αργότερα την χάρισε στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.

Πέθανε στις 30 Σεπτεμβρίου του 1929 στο Παρίσι, όμως το 1932 η σορός του μεταφέρθηκε και ενταφιάστηκε στη Χίο.

 

ΕΡΓΑ

 

 

ΠΗΓΕΣ

 

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ

 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

 

© ΤΜΗΜΑ ΘΕΑΤΡΟΥ, ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ, Α.Π.Θ.